Σεξουαλική παρενόχληση κι εργασιακός εκφοβισμός / bullying / mobbing: μια προσέγγιση στο νομοθετικό πλαίσιο της Ελλάδας
1. Οι γενικές διατάξεις του Ποινικού Κώδικα
Ο Ποινικός Κώδικας προβλέπει ειδικά, στο άρθρο 337 παρ. 4, την σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας ως αδίκημα, όπου ορίζεται ότι: «Όποιος προβαίνει σε χειρονομίες γενετήσιου χαρακτήρα ή διατυπώνει προτάσεις για τέλεση γενετήσιων πράξεων σε πρόσωπο που εξαρτάται εργασιακά από αυτόν ή εκμεταλλευόμενος την θέση προσώπου που έχει ενταχθεί σε διαδικασία αναζήτησης θέσης εργασίας, τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία (3) έτη». Το αδίκημα, εν προκειμένω, είναι πλημμεληματικού χαρακτήρα, με πλαίσιο ποινής φυλάκισης από δέκα (10) ημέρες έως τρία (3) έτη και συνεπώς χρόνο παραγραφής πέντε (5) έτη μετά την τέλεσή του.
2. Η εφαρμογή της Οδηγίας 2006/54/ΕΚ
Με το Ν. 3896/2010 κυρώθηκε στην Ελληνική έννομη τάξη η Οδηγία 2006/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αναφορικά με την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης. Στο άρθρο 2 περ. γ’ και δ’ του Ν. 3896/2010 ορίζεται η έννοια της παρενόχλησης και της σεξουαλικής παρενόχλησης ως εξής: «παρενόχληση»: όταν εκδηλώνεται ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνδεόμενη με το φύλο ενός προσώπου, με σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας του προσώπου αυτού και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος και «σεξουαλική παρενόχληση»: οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό». Παράλληλα, στο άρθρο 3 προβλέπεται η απαγόρευση κάθε μορφής άμεσης ή έμμεσης διάκρισης φύλου, συνιστά, δε, διάκριση φύλου και η παρενόχληση, η σεξουαλική παρενόχληση, καθώς και οποιαδήποτε λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση προσώπου που συνδέεται με την αλλαγή φύλου ή την εγκυμοσύνη και την μητρότητα.
Ο θιγόμενος από μία τέτοια συμπεριφορά έχει κατά το άρθρο 23 του Ν. 3896/2010 αξίωση αποζημίωσης που προσβλέπει στην αποκατάσταση της θετικής και αποθετικής του ζημίας, αλλά και της ηθικής του βλάβης, απευθυνόμενος στα αστικά δικαστήρια με την άσκηση αγωγής, καθώς και την δυνατότητα προσφυγής στα ποινικά δικαστήρια. Τέλος, κατά το άρθρο 24 του Ν. 3896/2010 το βάρος απόδειξης δε περίπτωση καταγγελίας κακοποιητικής συμπεριφοράς στον χώρο εργασίας φέρει ο καθ’ ου η καταγγελία, ήτοι ο θύτης, πλην της ποινικής διαδικασίας, όπου υπερισχύει η αρχή του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου. Την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης αναλαμβάνει να εποπτεύει και να παρακολουθεί ο Συνήγορος του Πολίτη, σύμφωνα με το άρθρο 25 του Ν. 3896/2010, ο οποίος δέχεται σχετικές καταγγελίες πολιτών και επιλαμβάνεται επί των υποθέσεων αυτών, ακόμη και στην περίπτωση που εκκρεμούν ενώπιον δικαστηρίων, δικαστικών ή εισαγγελικών αρχών, έως, όμως, την διεξαγωγή της πρώτης συζήτησης στο ακροατήριο ή την άσκηση ποινικής δίωξης ή έως ότου το αρμόδιο δικαστήριο ή η αρμόδια δικαστική αρχή αποφανθεί επί αιτήσεως παροχής προσωρινής δικαστικής προστασίας.
3. Οι διατάξεις του Νόμου 4443/2016
Με το Ν. 4443/2016 ενσωματώθηκαν στην Ελληνική έννομη τάξη η Οδηγία 2000/43/ΕΚ περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής, η Οδηγία 2000/78/ΕΚ για την διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και την εργασία και η Οδηγία 2014/54/ΕΕ περί μέτρων που διευκολύνουν την άσκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων. Σκοπός του ανωτέρω Νόμου ήταν η καταπολέμηση των διακρίσεων λόγω φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου, καθώς και η προώθηση της ίσης μεταχείρισης. Στο άρθρο 2 του Ν. 4443/2016 ορίζονται, μεταξύ άλλων, οι έννοιες της άμεσης και έμμεσης διάκρισης, της διάκρισης λόγω σχέσης, της διάκρισης λόγω νομιζόμενων χαρακτηριστικών, της πολλαπλής διάκρισης, αλλά και της παρενόχλησης. Ως παρενόχληση, κατά την έννοια του Νόμου, ορίζεται η διάκριση λόγω φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου, εφόσον σημειώνεται ανεπιθύμητη συμπεριφορά με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος. Σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 2 του Ν. 4443/2016 «Η κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Μέρους διακριτική μεταχείριση λόγω φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, θρησκευτικών ή άλλων πεποιθήσεων, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, ηλικίας, οικογενειακής ή κοινωνικής κατάστασης, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας ή χαρακτηριστικών φύλου, από πρόσωπο που ενεργεί ως εργοδότης καθ’ οποιοδήποτε στάδιο πρόσβασης στην εργασία και την απασχόληση, κατά τη σύναψη ή άρνηση σύναψης εργασιακής σχέσης ή στη διάρκεια, λειτουργία, εξέλιξη ή λύση αυτής συνιστά παραβίαση της εργατικής νομοθεσίας για την οποία επιβάλλονται από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 24 του N. 3996/2011 (Α 170)». Συνεπώς, η παράβαση των διατάξεων του Ν. 4443/2016 επισύρει διοικητικές κυρώσεις επί των οποίων επιλαμβάνεται το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας, ενώ παραμένει πάντα η δυνατότητα του θιγόμενου να αναζητήσει δικαστική προστασίας, αστική ή ποινική. Το βάρος απόδειξης σε περίπτωση καταγγελίας φέρει ομοίως – και κατά το Ν. 4443/2016 – ο καθ’ ου η καταγγελία, πλην των ποινικών δικαστηρίων όπου υπερισχύει η αρχή του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου. Από τον συνδυασμό, δε, των διατάξεων των άρθρων 8 και 10 του Ν. 4443/2016 προκύπτει ότι τυχόν απόλυση που εκδηλώνεται ως αντίμετρο στην καταγγελία δίνει την δυνατότητα στον θιγόμενο να υποβάλει αναφορά ή διοικητική προσφυγή υπό τους όρους των άρθρων 24 έως 27 του ΚΔΔ/σιας. Τέλος, και στις διατάξεις του Ν. 4443/2016, και συγκεκριμένα στο άρθρο 14, ορίζεται ως φορέας εποπτείας και παρακολούθησης της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης ο Συνήγορος του Πολίτη.
4. Οι πρόσφατες διατάξεις του Νόμου 4808/2021
Με το Ν. 4808/2021 κυρώθηκε στην χώρα μας η Σύμβαση 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης στον χώρο της εργασίας, η οποία υιοθετήθηκε από την Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας στην Γενεύη, την 21-06-2019. Με τον Νόμο αυτό εξειδικεύτηκε το νομοθετικό πλαίσιο αναφορικά με την παρενόχληση στον χώρο εργασίας, συγκεκριμενοποιήθηκαν οι κυρώσεις και ο τρόπος επιβολής τους από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και προβλέφθηκαν ευκρινέστερα τα δικαιώματα των θιγόμενων προσώπων. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 4808/2021: «α) ως «βία και παρενόχληση» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς, πράξεις, πρακτικές ή απειλές αυτών, που αποσκοπούν, οδηγούν ή ενδέχεται να οδηγήσουν σε σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική βλάβη, είτε εκδηλώνονται μεμονωμένα είτε κατ’ επανάληψη, β) ως «παρενόχληση» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς, που έχουν ως σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας του προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος, ανεξαρτήτως εάν συνιστούν μορφή διάκρισης, και περιλαμβάνουν και την παρενόχληση λόγω φύλου ή για άλλους λόγους διάκρισης, γ) ως «παρενόχληση λόγω φύλου» νοούνται οι μορφές συμπεριφοράς που συνδέονται με το φύλο ενός προσώπου, οι οποίες έχουν ως σκοπό ή αποτέλεσμα την παραβίαση της αξιοπρέπειας του προσώπου αυτού και την δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος κατά το άρθρο 2 του Ν. 3896/2010 (Α’ 107) και την παρ. 2 του άρθρου 2 του Ν. 4443/2016 (Α’ 232). Οι μορφές συμπεριφοράς αυτές περιλαμβάνουν και τη σεξουαλική παρενόχληση του Ν. 3896/2010, καθώς και μορφές συμπεριφοράς που συνδέονται με τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την έκφραση, την ταυτότητα ή τα χαρακτηριστικά φύλου του προσώπου», ενώ κατά την παρ. 3 «Για τους σκοπούς εφαρμογής του παρόντος οι μορφές συμπεριφοράς βίας και παρενόχλησης σε βάρος των προσώπων του άρθρου 3 μπορούν να λαμβάνουν χώρα ιδίως: (α) στον χώρο εργασίας, συμπεριλαμβανομένων δημόσιων και ιδιωτικών χώρων και χώρων όπου ο εργαζόμενος παρέχει εργασία, λαμβάνει αμοιβή, κάνει διάλειμμα ιδίως, για ανάπαυση ή για φαγητό, σε χώρους ατομικής υγιεινής και φροντίδας, αποδυτηρίων ή καταλυμάτων που παρέχει ο εργοδότης, (β) στις μετακινήσεις από και προς την εργασία, τις λοιπές μετακινήσεις, τα ταξίδια, την εκπαίδευση, καθώς και τις εκδηλώσεις και τις κοινωνικές δραστηριότητες που σχετίζονται με την εργασία και (γ) κατά τις επικοινωνίες που σχετίζονται με την εργασία, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που πραγματοποιούνται μέσω τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνίας».